Κύστες Ωοθηκών

Στην υποψία για την ύπαρξη μιας κύστεως στην ωοθήκη μας οδηγεί ένας αμβλύς πόνος στην περιοχή της κάτω κοιλίας ή ένας βαθύς πόνος κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής.
Ωστόσο, είναι δυνατό μία κύστη να είναι εντελώς ανώδυνη και να δίνει έμμεσα συμπτώματα,όπως π.χ. ακανόνιστοι κύκλοι.

Για να αποκλειστεί η πιθανότητα παρουσίας μίας κύστης στην ωοθήκη, πρέπει να γίνει διακολπικό υπερηχογράφημα. Στην περίπτωση που υπάρχει κύστη,η φύση της αξιολογείται από την υπερηχογραφική της εμφάνιση και πολλές φορές διενεργούνται επιπρόσθετες εξετάσεις(εξετάσεις αίματος, καρκινικοί δείκτες, Μαγνητική Τομογραφία).

 

Ο τρόπος με τον οποίο θα χειριστούμε τη διάγνωση μίας κύστεως στην ωοθήκη εξαρτάται ουσιαστικά από τη φύση της κύστεως.

Στη μεγάλη τους πλειοψηφία οι κύστεις ονομάζονται απλές κύστεις και πρόκειται για ωοθυλάκια τα οποία δεν έκαναν ωορρηξία όταν έπρεπε.
Σε τέτοιες περιπτώσεις δεν συνιστάται καμία θεραπεία και σε ποσοστό 60-80% η κύστη εξαφανίζεται από μόνη της.
Εάν η κύστη επιμένει, συνιστάται η χρήση αντισυλληπτικών δισκίων για μικρό χρονικό διάστημα ή τέλος σε περίπτωση που είναι επώδυνη,ίσως χρειαστεί η αναρρόφησή της με τοπική αναισθησία ή με ελαφριά γενική αναισθησία.

Εάν η κύστη δεν είναι απλή, όταν απαιτείται η μέθοδος της Λαπαροσκόπησης για την αφαίρεσή της. Τέτοιες κύστεις περιέχουν υγρό ή βλέννη (ορώδη ή βλεννώδη κυσταδενώματα) ή αίμα (ενδομητριωσικές κύστεις).

Μία άλλη κατηγορία κύστεων είναι οι δερμοειδείς κύστες, οι οποίες περιέχουν τρίχες ή/και δόντια, μαζί με σμήγμα. Η μοναδική περίπτωση για την οποία απαιτείται Λαπαροτομία(κλασική επέμβαση ανοικτής κοιλιάς) και όχι Λαπαροσκόπηση είναι όταν δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο η κύστη να είναι κακοήθης.